Η προσέγγιση που συνήθως προτείνεται από αρκετούς παιδίατρους, συμβουλεύοντας τους γονείς να αφήσουν το παιδί τους να πεινάει με την πίστη ότι τελικά θα φάει, δεν είναι απαραίτητα η σωστή προσέγγιση, ειδικά όταν αντιμετωπίζουμε παιδιά με πραγματικές δυσκολίες στη διατροφή. Αυτή η προσέγγιση μπορεί να είναι επικίνδυνη για αρκετούς λόγους.
Καταρχήν, το να επιτραπεί σε ένα παιδί να πεινάει για μεγάλα χρονικά διαστήματα μπορεί να οδηγήσει σε διατροφικές ελλείψεις και ανεπαρκή ανάπτυξη. Τα παιδιά, ειδικά αυτά με δυσκολίες στη διατροφή, ενδέχεται να μην φάνε καν και όταν είναι πεινασμένα λόγω διάφορων υποκείμενων αιτιών, όπως αισθητηριακά προβλήματα, δυσκολίες στην ανάπτυξη των στοματοκινητικών δεξιοτήτων ή υποκείμενες ιατρικές καταστάσεις.
Επιπλέον, το να αναγκάσουμε ένα παιδί να φάει όταν δεν είναι έτοιμο ή πρόθυμο μπορεί να δημιουργήσει αρνητικές συσχετίσεις με την τροφή και τις ώρες γεύματος, πιθανώς οδηγώντας σε περαιτέρω αποφυγές και προβλήματα στη διατροφή στο μέλλον. Μπορεί επίσης να προκαλέσει άγχος τόσο στο παιδί όσο και στους γονείς, συμβάλλοντας σε ένα αρνητικό περιβάλλον διατροφής.
Αντί να βασίζονται αποκλειστικά σε αυτήν την προσέγγιση, οι παιδίατροι θα πρέπει να εξετάσουν τη δυνατότητα αναφοράς του παιδιού σε ειδικούς όπως λογοθεραπευτές, εργοθεραπευτές ή ειδικούς στη θεραπεία σίτισης που είναι εκπαιδευμένοι να αξιολογήσουν και να αντιμετωπίσουν δυσκολίες στη διατροφή των παιδιών. Αυτοί οι ειδικοί μπορούν να πραγματοποιήσουν ολοκληρωμένες αξιολογήσεις για τον εντοπισμό των υποκείμενων λόγων των δυσκολιών στη διατροφή και να αναπτύξουν ατομικά σχέδια θεραπείας για να τις αντιμετωπίσουν.
Επιπλέον, οι παιδίατροι θα πρέπει να παρέχουν υποστήριξη και καθοδήγηση στους γονείς, δίνοντας έμφαση στη δημιουργία ενός θετικού περιβάλλοντος διατροφής στο σπίτι και την αναζήτηση κατάλληλης επαγγελματικής βοήθειας όταν απαιτείται. Η συνεργασία με ένα πολυεπιστημονικό τμήμα ειδικών μπορεί να εξασφαλίσει τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα για τα παιδιά με δυσκολίες στη σίτιση.
Γιάννης Γιάννακας
Λογοπαθολόγος – Λογοθεραπευτής